Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019

Αρχαία Αίγυπτος και ποίηση.


Η ερωτική ποίηση είναι τόσο παλιά όσο και ο ίδιος ο έρωτας. 
Οι πρώτοι ερωτικοί στίχοι θα πρέπει ίσως να αναζητηθούν από τα χείλη του άνδρα που όταν πρωτοείδε την πρώτη γυναίκα δεν δίστασε να εκφράσει το θαυμασμό του προς αυτήν, με τα ποιητικότατα λόγια:
«Οστούν εκ των οστέων μου Και σαρξ εκ της σαρκός μου».
Πράγματι, κάθε γυναίκα γίνεται οστούν και σαρξ εκ της σαρκός του άνδρα, με τη σύζευξη ψυχών και τη μέθεξη κορμιών, την οποία επιφέρει η ιερή αυτή μυσταγωγία που λέγεται έρωτας, νοούμενος σ’ όλη του την απλότητα, αγνότητα και το ψυχικό μεγαλείο που περικλείει.
Ο άνθρωπος απ’ τα αρχαιότατα χρόνια δύο πράγματα εξύμνησε με το λόγο που «πήγαινε να γίνει τραγούδι», δηλ. την ποίηση. Τους θεούς η το θείο γενικότερα, και την ετερόφυλη αγάπη, τον έρωτα, που λειτουργεί σαν μια ισχυρή αμφίδρομη έλξη.
Η πίστη και η αγάπη είναι οι δύο αστείρευτες πηγές της αληθινής τέχνης και φυσικά της ποίησης που τρέφεται αδιάκοπα απ’ αυτές.
Ο ύμνος, η ικεσία, ο ψαλμός και η δέηση είναι άρρηκτά συνυφασμένα με τη θρησκευτική ποίηση που φαίνεται ιστορικά να έχει το προβάδισμα (Will Durant), Οι πρωτόγονοι άνθρωποι, καταλαμβανόμενοι από το δέος του φυσικού κόσμου και προσπαθώντας να ερμηνεύσουν τα μυστήρια της φύσης και τα άγνωστα γι’ αυτούς φυσικά φαινόμενα, επινόησαν απλούς ύμνους, η ευχαριστίες, αλλά και μαγικά ξόρκια κατάλληλα για τη λατρεία η τον εξευμενισμό του υπέρτατου όντος. Από την τάξη των μάγων και ιερέων άρχισαν να δημιουργούνται τα πρώτα θρησκευτικά ποιήματα. Η αρχαία Μεσοποταμία και η Αίγυπτος, οι δύο αυτές αρχαιότατες κοιτίδες του πολιτισμού, έχουν να μας δώσουν άφθονα παραδείγματα θρησκευτικής ποίησης, όπως είναι οι λεγόμενοι ψαλμοί ικεσίας της Βαβυλωνίας, ή τα κείμενα των πυραμίδων με μαγικά ξόρκια και ύμνους, που χρονολογούνται από την 3η π.Χ. χιλιετία.
Ωστόσο, απ’ αυτές εδώ τις ίδιες μείζονες πολιτισμικές περιοχές και εστίες, και ιδιαίτερα από την Αίγυπτο, έχουμε μερικά ωραιότατα δείγματα ερωτικής ποίησης που θέλγουν και μπορούν να συγκινήσουν ακόμα και το σύγχρονο αναγνώστη, για την απλότητα, αμεσότητα, τρυφερότητα και το λυρισμό που αναδίδουν μόλο που έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε που πρωτογράφηκαν, και οι αισθητικές αντιλήψεις έχουν μεταβληθεί σημαντικά.
Τα ποιήματα αυτά αποκαλύπτουν όχι μόνο τον παλμό και την τεχνική της ερωτικής ποίησης των αρχαίων Αιγυπτίων, αλλά ακόμα αντανακλούν τις κρατούσες αντιλήψεις της αιγυπτιακής κοινωνίας για τον έρωτα και τη θέση της γυναίκας, παρόλο που το θέμα αυτό πρέπει να μελετηθεί περισσότερο με βάση άλλα κείμενα, και όχι μόνο με την ερωτική ποίηση και τη λογοτεχνία.
Τα ποιήματα ήσαν κυρίως λαϊκής προέλευσης, και τα έγραφαν για να τα απαγγείλουν η να τα τραγουδήσουν συχνά με μουσική υπόκρουση λύρας, κιθάρας, άρπας, κυμβάλων κ.λπ., στη διάρκεια γιορτών και δείπνων.
Τα σπουδαιότερα κείμενα στα όποια έχουν διαφυλαχτεί ερωτικά ποιήματα της αρχαίας Αιγύπτου είναι ο λεγόμενος πάπυρος Harris 500 που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο· ανάγεται στη 19η αιγυπτιακή Δυναστεία και χρονολογείται γύρω στο 1400 π.Χ.
Μια άλλη συλλογή βρίσκεται σ’ έναν πάπυρο γνωστό ως «πάπυρος του Τουρίνου», που χρονολογείται γύρω στο 1200 π.Χ.
Επίσης σ’ ένα κοχύλι-όστρακο της 19ης-20ής Δυναστείας, γνωστό ως όστρακο Gizen (Cairo Ostracon 25218), χρονολογούμενο περίπου απ’ το 1350 π.Χ., υπάρχουν χαραγμένοι ερωτικοί στίχοι.
Δημοσιεύσεις και μεταφράσεις σε σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες αυτών των ποιημάτων έγιναν από τους Αιγυπτιολόγους Spiegelberg, G. Maspero και Adolf Erman στο έργο του Die Literatur Der Agypter (Leipzig, 1923), σελ. 307 έπ., αλλά η πιο ακριβής έκδοση και μετάφρασή τους θεωρείται η έκδοση του W.M. Muller, Die Liebespoesie Der Alten Agypter, 1883, 19322, στην όποια κατά το πλείστον στηρίζονται και οι μεταγενέστερες μεταφράσεις.
Αποσπασματικές μεταφράσεις υπάρχουν και στο σπουδαίο συλλογικό έργο του J. Pritchard, Ancient Near Eastern Texts Relating to the Old Testament 1969 (ANET), απ’ το όποιο μεταφράζω τα ποιήματα που ακολουθούν, καθώς και απ’ την έκδοση του S. Schott, «Altaegyptische Liebeslieder» (Zurich 1950). Στη γλώσσα μας ο αναγνώστης μπορεί να βρει χρήσιμο το έργο των Ezra Pound-Noel Stock, Ερωτική ποίηση από την αρχαία Αίγυπτο (έκδ. Ερατώ, Αθήνα 1995), που περιέχει πολλά δείγματα της ερωτικής ποίησης των Αιγυπτίων, με έναν κατατοπιστικό πρόλογο του μεταφραστή Φώτη Τερζάκη.
Ο σύγχρονος αναγνώστης, ερχόμενος σε επαφή με την αρχαία αιγυπτιακή ερωτική ποίηση, ασφαλώς θα συναντήσει κάποιες δυσκολίες στην κατανόησή της.
Είναι κυρίως τα άγνωστα τοπωνύμια και οι αναφορές σε θεότητες, που θα τον ξενίσουν.
Ορισμένες παρατηρήσεις και διευκρινίσεις είναι νομίζω απαραίτητες για την κατανόηση και την αισθητική προσέγγιση αυτών των ποιημάτων.
Συχνά τα ερώμενα πρόσωπα στην ερωτική ποίηση των αρχαίων Αιγυπτίων αποκαλούνται αδελφός και αδελφή. Αυτό δεν μπορεί αναγκαστικά να ερμηνευτεί ότι αναφέρονται σε έρωτες σαρκικών αδελφών και σε αιμομικτικές σχέσεις, αλλά μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί σαν απήχηση της μακρινής ενδογαμίας από την οποία προήλθαμε όλοι μας, και ίσως σαν απομίμηση του «θεϊκού ζευγαριού», παρόλο που η αιμομιξία και οι γάμοι μεταξύ των Φαραώ και των αδελφών τους θεωρούνταν κάτι το φυσικό και μάλιστα αναγκαίο, αφού ο Φαραώ λατρευόταν ως θεός και έπρεπε να διατηρήσει καθαρόαιμους «θείους απογόνους».
Πάντως, ήταν μια προσφώνηση που ηχούσε έντονα ερωτική και συνάμα τρυφερή και αντιστοιχεί με τις σημερινές «αγαπημένος», «αγαπημένη».
Οι εκφράσεις «αδελφός και αδελφή» ανακαλούν στη μνήμη μας τις παρόμοιες εκφράσεις «αδελφιδός» και «αδελφή» που υπάρχουν στο «Άσμα Ασμάτων το του Σολομώντος», και μαρτυρούν ακριβώς ότι βρισκόμαστε στο ίδιο γλωσσικό και ψυχικό κλίμα προς το τέλος της 2ης και αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ.
Η ερωτική ποίηση της Αιγύπτου, παρόλο που σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί «υψηλή ποίηση», έλκει το σύγχρονο αναγνώστη εξαιτίας της αμεσότητας και ανεπιτηδειότητας των στίχων της.
Τα ερωτικά ποιήματα είναι συνήθως διάλογοι, όπου ο άνδρας και η γυναίκα μιλούν εναλλάξ και εκφράζουν τον έρωτά τους με θερμά λόγια αγάπης, χρησιμοποιώντας εικόνες, παρομοιώσεις, μεταφορές και υπαινιγμούς, από το γνωστό τους φυσικό και πολιτισμικό περίγυρο. Ενώ οι στίχοι δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να θεωρηθούν τολμηροί, ωστόσο τα λόγια των γυναικών, ιδιαίτερα, αποκαλύπτουν την ελευθεριότητα της έκφρασης του γυναικείου φύλου, αλλά και την ελευθεριότητα στη σύναψη σχέσεων, γεγονός που απεικονίζεται σε τοιχογραφίες των θηβαϊκών τάφων, όπου εμφανίζονται γυναίκες να χορεύουν ελεύθερα και να τραγουδούν, παίζοντας ρόλο πρωταγωνιστή στα γλέντια, και όχι κομπάρσου, θέμα που μνημονεύει ακόμα και ο πατέρας της ιστορίας, ο Ηρόδοτος.
Σε γενικές γραμμές η ερωτική ποίηση των Αιγυπτίων παρουσιάζει συγκρατημένο αισθησιασμό και ερωτισμό, όπως και οι καλλιτεχνικές απεικονίσεις εμφανίζουν λεπτές εικόνες και απαλές συγκινήσεις. Ακόμα, όπως λέχθηκε, το γυναικείο σώμα απεικονίζεται με «γοητευτική αθωότητα» και όχι με τρόπο που προκαλεί τις αισθήσεις, όπως συμβαίνει π.χ. στους Φοίνικες ή Χαναναίους καλλιτέχνες και λοιπούς Ασιάτες.
Είναι γνωστό ότι ο έρωτας που κινεί τον ήλιο και τα αστέρια κατά τον Δάντη, αψηφά τις οποιεσδήποτε αποστάσεις.
Αυτές εκμηδενίζονται χάρη του ερωμένου προσώπου.
«Ένας ερωτευμένος Αιγύπτιος σ’ ένα ποίημά του αφηγείται ότι πλέει το Νείλο για να φτάσει στη Μέμφιδα, προκειμένου να βρει, τι άλλο, την «αδελφή του», παρόλο που ξέρει ότι κοντά της είναι «σαν πουλί που τρέχει στην παγίδα» γιατί τα θέλγητρα και τα φιλήματα της αγαπημένης είναι «αγαθά υπέρ τον οίνον», όπως έλεγε ο Σολομών (Άσμα Ασμάτων, 1:1), ή, όπως προτιμά ο ίδιος, ευφραίνεται απ’ αυτά, σαν να πίνει μπίρα, αφού η μπίρα ήταν το πιο αγαπητό και συνηθισμένο ποτό στην Αίγυπτο.
Ο έρωτας μοιάζει με μεθύσι όπως έλεγε ο Πλούταρχος:
«Τω μεθύειν το εράν όμοιον εστίν».
«Κατεβαίνω το ρέμα μ’ ένα δεμάτι από καλάμια στους ώμους μου.
Θα φθάσω στη Μέμφι και θα πω στον Φθα τον κύριο της δικαιοσύνης
«Δος μου την αδελφή μου αυτή τη νύχτα”.
Ο ποταμός είναι από κρασί, ο Φθα είναι τα καλάμια του
Η Μεκχέτ είναι οι λωτοί του, η Εαρέτ οι κάλυκες τους
ο Νεφερτούμ τα άνθη τους…»
Εντύπωση προκαλεί ένα ωραιότατο ξεχείλισμα λυρισμού από έναν άγνωστο ερωτευμένο ποιητή, που για την αγαπημένη του αψηφά τον ορατό κίνδυνο από τους κρυμμένους κροκόδειλους του Νείλου. Είναι ο έρωτάς της, όπως λέγει, πού τον κάνει δυνατό και παράτολμο.
«Ο έρωτας της πολυαγαπημένης μου τρέχει στην όχθη του ποταμού.
«Ένας κροκόδειλος είναι κρυμμένος στη σκιά του,
Και όμως μπαίνω στο νερό και δε φοβάμαι το κύμα.
Νιώθω μέσα σ’ αυτό ένα θάρρος αδίσταχτο,
Και το νερό είναι στερεό κάτω απ’ τα πόδια μου, σαν χώμα.
Είναι ο έρωτάς της, που με κάνει δυνατό.
Αυτή είναι για μένα ένα βιβλίο μαγεμένο».
Πώς αντιδρά ο «αδελφός» στη θέα της αγαπημένης, της «αδελφής του»;
Ο ποιητής δεν μας αφήνει να το μαντέψουμε. Μας το εξηγεί ο ίδιος:
«Όταν βλέπω την πολυαγαπημένη μου να ’ρχεται,
Η καρδιά μου ευτυχισμένη γίνεται,
Τα χέρια μου ανοίγουν να την αγκαλιάσουν,
Η καρδιά μου χαίρεται,
αφού έρχεται η πολυαγαπημένη μου.
«Όταν την κρατώ μέσα στην αγκαλιά μου
Θαρρώ πώς βρίσκομαι σε χώρα ευωδιασμένη από λιβάνι,
«Όταν τη φιλώ, τα χείλη της ανοίγουν
Κι εγώ ευφραίνομαι όπως σαν πίνω μπίρα.
«Ας ήμουν η μαύρη σκλάβα που την περιποιείται,
Θα μπορούσα έτσι να βλέπω ολόκληρο το σώμα της».
Στο ερωτικό προσκλητήριο του άνδρα η γυναίκα ανταποκρίνεται και απαντάει μ’ έναν παρόμοιο τρόπο.
Να, ένα αντιπροσωπευτικό ποίημα από μια Αιγύπτια ποιήτρια:
«Αδελφέ μου αγαπημένε μου
Η καρδιά μου συμμερίζεται τον έρωτά σου...
Σου λέγω «Δες τι έκαμα!»
Ήρθα να στήσω την παγίδα μου με το (ίδιο) το χέρι μου
(Στο χέρι μου βρίσκονται η παγίδα και το δόλωμα)
«Όλα τα πουλιά του Punt
(Με το όνομα αυτό προσδιορίζονταν τα εμπορικά λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας και πιθανώς του νότου της Αραβίας)
μαζεύονται στην Αίγυπτο
αλειμμένα με μύρα.
Αλλά το πρώτο που φθάνει αρπάζει το δόλωμα μου
το άρωμά του έρχεται από το Punt
Και τα νύχια του είναι γιομάτα ρητίνη.
Η επιθυμία μου για σένα είναι να το αφήσουμε μαζί λεύτερο από την παγίδα
για ν’ ακούσεις το παραπονεμένο άσμα του αρωματισμένου μου πουλιού.
Πόσο ωραίο είναι για μένα αν είσαι μαζί μου
«Όταν θα στήνω την παγίδα μου!
Το πιο ωραίο είναι να τρέξω στους αγρούς
Εκεί που είναι ο αγαπημένος μου!»
Το «άρωμα» είναι χαρακτηριστικό και επαναλαμβανόμενο στοιχείο στην ερωτική ποίηση της Αιγύπτου, ιδιαίτερα το άρωμα του αγαπημένου, και οι τελευταίοι στίχοι μας θυμίζουν και πάλι λόγια απ’ το εβραϊκό «Άσμα Ασμάτων».
«μύρον χυμένο τ’ όνομά σου
Έλα να βγούμε αγαπημένε, στους αγρούς
να νυχτωθούμε σε χωριά
Και να μας βρει το χάραμα στ’ αμπέλια…»
Η ποιήτρια τελικά εκδηλώνει ανεπιφύλακτη αγάπη προς τον αγαπημένο της, αλλά και την επιθυμία της να γίνει σύζυγός του και κυρία του οίκου του.
«Μόνο το φίλημα σου ζωογονεί την καρδιά μου...
Ω! ωραίε μου φίλε, εκείνο που ποθεί η καρδιά μου
Είναι να γίνω κυρία του οίκου σου.
Αν ο έρωτάς σου χαθεί από μένα,
είμαι νεκρή γιατί είσαι η υγεία και η ζωή μου».
Ο έρωτας δεν αλλάζει «εκφράσεις» εκδήλωσης, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Είναι αιώνιος, διαχρονικός.
Τα λόγια αυτά θα μπορούσε να τα έχει πει οποιαδήποτε ερωτευμένη γυναίκα σ’ οποιαδήποτε εποχή προς τον αγαπημένο της. Αλλά και ο Αιγύπτιος εραστής δεν διστάζει να αναφέρεται στα σωματικά χαρίσματα της φίλης του, παραλληλίζοντας τα με άνθη ή εύγευστους καρπούς.
Προσωποποιεί τα δέντρα, τα κλαδιά και τα φύλλα των δέντρων και ζητάει να μην αποκαλύψουν τίποτα σε τρίτους για την αγάπη του, σ’ αντάλλαγμα της στοργής που απαιτούν τα δέντρα από τους ανθρώπους.
«Ένα άλλο ερωτικό ποίημα από τον πάπυρο Harris, απ’ τον όποιο προέρχεται και το προηγούμενο, αποκαλύπτει τον έρωτα μιας Αιγύπτιας ποιήτριας με ωραίους τόνους και λεπτές αποχρώσεις:
«Είμαι η πρώτη σου αδελφή
Και είσαι για μένα ο κήπος,
όπου φύτεψα άνθη και μυρωδάτη χλόη.
Σ’ αυτόν τον κήπο έσκαψα ένα κανάλι για να μπορείς το χέρι να βουτάς
όταν απ’ το βορρά ο κρύος άνεμος φυσάει.
Τι όμορφο το μέρος όπου μαζί περπατούμε
«Όταν το χέρι σου κρατιέται στο δικό μου,
το πνεύμα είναι σκεφτικό κι ευφρόσυνη η καρδιά γιατί βαδίζουμε μαζί και πάμε.
Μεθώ καθώς ακούω τη φωνή σου
και η ζωή μου κλείνεται ολάκερη μες στη χαρά να σε ακούω».
Ακολουθεί ένας στίχος συγκλονιστικός σε πάθος, που ασφαλώς θα τον ζήλευε κι ένας σύγχρονος ερωτικός ποιητής:
«Ω, να σε βλέπω,
Είναι για με καλύτερο απ’ το να τρώγω και να πίνω».
Στο ποίημα αυτό, όπως παρατηρούμε, περιγράφεται μ’ αυθόρμητο και ανεπιτήδευτο τρόπο ο έρωτας μιας Αιγύπτιας ποιήτριας προς τον «αδελφό της», αλλά σε μερικά άλλα ποιήματα αποκαλύπτεται, έκτος από τον έρωτα του άνδρα προς τη γυναίκα, ποια είναι η ιδεώδης γυναίκα από πλευράς σωματικών χαρισμάτων.
Γιατί στον έρωτα, αναμφίβολα, εξαίρεται και εξυμνείται η ωραιότητα και η ομορφιά, όπως έλεγε ο Καλίλ Γκιμπράν, είναι η αιωνιότητα που κοιτάζεται στον καθρέφτη. Η ωραία, ελκυστική Αιγύπτια έπρεπε να έχει «μαύρα μαλλιά» σκοτεινότερα από το έρεβος, χείλη άλικα, μαύρα μεγάλα μάτια (συνήθως βαμμένα), δόντια λαμπρότερα από νωπά θραύσματα πυριτίου λίθου, σώμα λεπτό και λυγερό, στήθος πλούσιο, και αν κρίνει κανείς από αγάλματα και εικόνες, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, παρόλο που ήταν λαός της Ανατολής, δεν ήταν καθόλου...
Ανατολίτες με τη σύγχρονη σημασία της λέξης. Να πώς εξυμνεί τα σωματικά κάλλη της καλής του ένας Αιγύπτιος ποιητής:
«Η μία η αγαπημένη, χωρίς την όμοιά της η ωραιότερη απ’ όλον τον κόσμο.
Δες, είναι όπως το αστραφτερό πρωτοχρονιάτικο αστέρι πριν από μια ωραία χρονιά.
Η φωτισμένη από την αρετή, ακτινοβολεί το δέρμα της
με μάτια που ατενίζουν καθαρά
με χείλη που γλυκομιλούν.
Τίποτα δε λέει παραπανίσιο.
Με ψηλό λαιμό και στήθη απαστράπτοντα
έχει αληθινό Lapislazuli
(Ο πιο πολύτιμος λίθος των αρχαίων Αιγυπτίων. Συμβόλιζε την οικουμενική αλήθεια.)  στα μαλλιά.
Τα χέρια της ξεπερνούν το χρυσάφι,
τα δάχτυλά της είναι όπως οι κάλυκες του λωτού».
Μια τέτοια ωραία και ενάρετη γυναίκα κατά τον ποιητή,
«όταν πατάει στο χώμα
κλέβει την καρδιά με τον χαιρετισμό της.
Κάνει τον τράχηλο όλων των ανδρών να στρέφεται και να την κοιτάζουν.
Γιατί αυτή είναι η μία, η αξιαγάπητη, η αγαπημένη».
Μια σύγκριση της ερωτικής ποίησης των αρχαίων Αιγυπτίων με ερωτικά ποιήματα της λοιπής Ανατολής, Εγγύς ή Άπω, δείχνει αρκετή και μάλιστα χαρακτηριστική ομοιότητα. Φαίνεται ότι ο Ανατολίτης ερωτικός ποιητής εκφραζόταν μ’ έναν απλό, αυθόρμητο και ειλικρινή τρόπο, χωρίς ιδιαίτερα τεχνάσματα, φιοριτούρες και πολλά λογοπαίγνια. Έτσι, και το ίδιο ψυχικό κλίμα αλλά και οι ανάλογες πολιτιστικές συνθήκες δημιούργησαν παρόμοιους τρόπους έκφρασης.
Μιλήσαμε προηγουμένως για την ομοιότητα που υπάρχει ανάμεσα στην ερωτική αιγυπτιακή ποίηση και στο «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντος. Ενώ πολλοί φιλόλογοι αμφισβήτησαν τη σολομώντεια προέλευση του τελευταίου, για ποικίλους και προπαντός γλωσσικούς λόγους, η ομοιότητα αυτή μας βοηθάει να δούμε το υπέροχο άσμα ως προϊόν των αρχών της 1ης χιλιετίας π.Χ., και όχι μεταγενέστερο, όπως υποστηρίχτηκε από μερικούς κριτικούς.
Να τώρα κι ένα παράδειγμα από την αρχαία Κίνα. Το ποίημα χρονολογείται από τον 7ο αι. π.Χ., και είναι ωραιότατο:
«Ίδια με το ολόγιομο φεγγάρι είναι η λυγερή αγαπημένη μου
ω... πόσο απαλά αυτή λικνίζεται,
πόνος μου μαραζώνει την καρδιά μου.
Ίδια με το ολοπόρφυρο φεγγάρι
είναι η πλουμιστή αγαπημένη μου
ω... πόσο τρυφερά αυτή λυγίζεται
πόνος μου κατατρώει τα σωθικά μου...
Ίδια με το ολόλαμπρο φεγγάρι
είναι η γελαστή αγαπημένη μου
ω... πόσο παθιασμένα αυτή τυλίγεται,
πόνος μου κατακαίει την καρδιά μου...»
Ακόμα κάποια ομοιότητα με την αιγυπτιακή ερωτική ποίηση υπάρχει και με ποιήματα των αρχαίων Βαβυλωνίων, όπως είναι π.χ. το «ερωτικό» που επιγράφεται «στον Βασιλικό σύζυγο», το αρχαιότερο ίσως ερωτικό ποίημα στην παγκόσμια λογοτεχνία, χρονολογούμενο γύρω στο 2000 π.Χ., αν και αυτό αναφέρεται περισσότερο στο γάμο του «βασιλιά» με τη σύζυγό του, και απαγγελλόταν στην πρωτοχρονιάτικη τελετουργία της «ιερογαμίας».
«Σύζυγε, αγαπημένε της καρδιάς μου,
μεγάλη είναι η ομορφιά σου και γλυκιά σα μέλι.
Λιοντάρι, αγαπημένο της καρδιάς μου,
μεγάλη είναι η ομορφιά σου και γλυκιά σα μέλι.
Με σκλάβωσες· ας μείνω τρέμουσα μπροστά σου.
Σύζυγε, θα θελα εσύ στην κάμαρα να μ’ οδηγήσεις.
Με σκλάβωσες· ας μείνω τρέμουσα μπροστά σου.
Λιοντάρι, θα θελα εσύ στην κάμαρα να μ’ οδηγήσεις.
Άφησέ με να σε χαϊδέψω, σύζυγέ μου·
το χάδι μου το ερωτικό γλυκύτερο ναι κι απ’ το μέλι.
Μέσα στην κάμαρα, που ’χει γιομίσει μέλι,
ας χαρούμε την απαστράπτουσα ομορφιά σου».
Ποια ήταν όμως η μετρική και τεχνική της ερωτικής ποίησης των Αιγυπτίων;
«Όπως μπορεί να γίνει ευθύς αντιληπτό, η αιγυπτιακή ποίηση δεν υποτάσσεται στους γνωστούς κλασικούς κανόνες μετρικής, δηλ. στην προσωδία, στο δεκαπεντασύλλαβο και στην ομοιοκαταληξία, ή ρίμα. Τα στοιχεία αυτά είναι άγνωστα στους Αιγύπτιους ποιητές.
«Όσο κι αν φανεί παράξενο, είναι γεγονός, ότι οι Αιγύπτιοι φέρονται ως θιασώτες του ελεύθερου στίχου, ο όποιος σαν τρόπος ποιητικής έκφρασης έχει επικρατήσει πια στην εποχή μας, και η μετρική τους (όταν υπάρχει) συγκλίνει στο λεγόμενο «παραλληλισμό των μελών», ο όποιος σύμφωνα με τον W. Max Muller είναι φαινόμενο που θα πρέπει να θεωρηθεί ως κοινή κληρονομιά μιας μεγάλης ομάδας εθνών της αρχαιότητας, και κατά τον κριτικό J. Ehrman είναι η βασική σχέση στην όποια υποτάσσεται ο ποιητικός λόγος.
Η πιθανή ποικιλία της σχέσεως των στίχων μεταξύ τους στον «παραλληλισμό των μελών» μπορεί στην ουσία να είναι ατέλειωτη και γι’ αυτό πολλές φορές αυτός δεν είναι και τόσο ευδιάκριτος.
Στην πραγματικότητα, οι Αιγύπτιοι δεν ενδιαφέρονταν τόσο πολύ για την εξωτερική μορφή των ποιημάτων τους. Αρκεί να υπήρχαν σ’ αυτά αίσθημα και μουσική. Ο ρυθμός επιτυγχανόταν, συνήθως, με την επανάληψη των λόγων, γεγονός που μπορεί να παρατηρηθεί στα ποιήματα που παραθέτουμε.
Η επανάληψη αυτή δίνει αφ’ ενός έμφαση, αφ’ ετέρου δε χαρίζει το αρμονικό «δέσιμο» σ’ όλο το ποίημα.
Αξίζει νομίζω να τελειώσουμε μ’ ένα ακόμα χαρακτηριστικό ερωτικό ποίημα από την αρχαία Αίγυπτο.
Τούτο προέρχεται από τον πάπυρο Chester Beatty της 12ης Δυναστείας και πρωτοδημοσιεύτηκε από τον Α. Η. Gardiner το 1931. Στο ποίημα βρίσκουμε το αιώνιο θέμα του έρωτα, που μόνο αυτός μπορεί να «γιάνει τις αγιάτρευτες πληγές», όπως λέει και ο λαϊκός τραγουδιστής. Γιατί οι μεγαλύτερες πληγές είναι πάντα οι εσωτερικές, αυτές που δεν αιμοστάζουν. Έτσι, και μόνη η θέα του αγαπημένου προσώπου επενεργεί γι’ αυτόν που είναι «πετρωμένος υπό αγάπης» ως γιατρικό.
«Χθες είναι εφτά μέρες που δεν είδα την αδελφή μου
κι έπεσε αρρώστια απάνω μου.
Τα μέλη μου έγιναν βαριά
και τον ίδιο μου τον εαυτό έχω απολησμονήσει.
Κι οι πιο μεγάλοι γιατροί αν έρθουν σε μένα
η καρδιά μου γιατρειά απ’ τα γιατρικά τους δε βρίσκει.
Κι οι μάγοι αν έρθουν,
την αρρώστια μου δε μπορούν να βρουν.
Εάν μου έλεγαν: «Εδώ είναι!” αυτό θα με ξαναζωντάνευε.
Το όνομά της θα με γιάτρευε.
Το πήγαινε-έλα των αγγελιοφόρων της
είναι αυτό που θ’ αναζωογονούσε την καρδιά μου.
Η αδελφή μου είναι για μένα καλύτερη από κάθε φάρμακο.
Αυτή για μένα είναι πιο πολύτιμη απ’ όλα τα γιατροσόφια.
Θεραπεύομαι όταν έρχεται απ’ έξω.
«Όταν τη βλέπω, τότε γίνομαι καλά.
Σαν ανοίξει τα μάτια της, το σώμα μου (ξανά) νιώνει.
«Όταν μιλάει γίνομαι (πάλι) δυνατός.
Κι όταν την αγκαλιάζω διώχνει το κακό από μένα.
Αλλ’ αυτή βρίσκεται μακριά μου εφτά μέρες».
Ο διάχυτος λυρισμός των ποιημάτων αυτών σε μιαν αντιλυρική εποχή σαν τη δική μας είναι ίσως αυτό που μας μεταφέρει ευχάριστα στην αρχαία Αίγυπτο, τη χώρα του μυστηρίου και της μαγείας. Γιατί ο κόσμος της ποίησης, από μιαν άποψη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο κόσμος της μαγείας, του ρομαντισμού και του ονείρου, που μας ανυψώνει απ’ τα τετριμμένα γήινα και μας αποσυμφορεί από τις συμπληγάδες της πεζής καθημερινότητας.
Η ποίηση είναι, όπως έλεγε ο Τάσος Λειβαδίτης «σα ν’ ανεβαίνεις μια φανταστική σκάλα, για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό».
Και σ’ αυτό τον κόσμο ασφαλώς, ο έρωτας, αυτός ο πόθος προς αθανασία, όπως τον είπε ο Πλάτων, παίζει πρωταρχικό ρόλο.
Η τέχνη είναι ο συνένοχος του έρωτα, έλεγε ο Remy de Gourmont. Αφαίρεσε τον έρωτα και δεν υπάρχει τέχνη πια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου