παραμικρό έλεγε «Δόξα το Θεό».
Κοντά της όμως ζούσε ένας πλούσιος, ο οποίος κάθε φορά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της την άκουγε να λέει «Δόξα το Θεό, ευχαριστώ Κύριε» και κάθε φορά εκνευριζόταν.
Κοντά της όμως ζούσε ένας πλούσιος, ο οποίος κάθε φορά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της την άκουγε να λέει «Δόξα το Θεό, ευχαριστώ Κύριε» και κάθε φορά εκνευριζόταν.
Ώσπου μια μέρα λέει στο υπηρέτη του...
- Πήγαινε στην αγορά πάρε δυο καρότσια τρόφιμα και πήγαινε τα σ΄αυτήν την γυναίκα... Και όταν σε ρωτήσει ποιος τα έφερε να της πεις ο Διάβολος τα έφερε.
Πράγματι λοιπόν την άλλη μέρα χτυπάει το κουδούνι της γυναίκας και καθώς ανοίγει βλέπει τα δυο καρότσια με τα τρόφιμα και τον υπηρέτη από πίσω.
- «Δόξα το Θεό, ευχαριστώ Κύριε» λέει εκείνη λάμποντας από χαρά.
- Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έφερε τα καρότσια; ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης.
- Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία, γιατί όταν ο Θεός θέλει, ακόμη και ο διάβολος τον υπηρετεί…
- Πήγαινε στην αγορά πάρε δυο καρότσια τρόφιμα και πήγαινε τα σ΄αυτήν την γυναίκα... Και όταν σε ρωτήσει ποιος τα έφερε να της πεις ο Διάβολος τα έφερε.
Πράγματι λοιπόν την άλλη μέρα χτυπάει το κουδούνι της γυναίκας και καθώς ανοίγει βλέπει τα δυο καρότσια με τα τρόφιμα και τον υπηρέτη από πίσω.
- «Δόξα το Θεό, ευχαριστώ Κύριε» λέει εκείνη λάμποντας από χαρά.
- Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έφερε τα καρότσια; ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης.
- Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία, γιατί όταν ο Θεός θέλει, ακόμη και ο διάβολος τον υπηρετεί…
Είπε η γυναίκα και μπήκε μέσα
χαρούμενη με τα καρότσια ....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου