Η λίμνη του Αγίου Νικολάου στο κέντρο
της πόλης είναι το πιο γνωστό
αξιοθέατο στον Άγιο Νικόλαο για επισκέπτες και
ντόπιους.
Λένε οι μύθοι ότι στην λίμνη του Αγίου
Νικολάου είναι η ίδια λίμνη όπου σύμφωνα με τη μυθολογία δροσίζονταν
η θεά Αθηνά και η θεά Άρτεμις Βριτομάρτυς.
Επίσης είναι η ίδια λίμνη, που οι ντόπιοι μέχρι το 19ο
θεωρούσαν «ξεπατωμένη», χωρίς πάτο δηλαδή. Πίστευαν ότι επικοινωνούσε με τα
κακά πνεύματα και γι’ αυτό την είχαν συνδέσει με διάφορες δοξασίες και θρύλους.
Αναφέρεται ότι στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν έφευγε ο γερμανικός
στρατός από
την Κρήτη, πέταξε στη λίμνη κανόνια και τεθωρακισμένα οχήματα που όμως
εξαφανίστηκαν και δεν βρέθηκαν ποτέ.
Άλλο περίεργο περιστατικό συνέβη το 1956, όταν μετά από
έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, ξαφνικά στην επιφάνεια της λίμνης του
Αγίου Νικολάου εμφανίστηκαν νεκρά ψάρια. Αυτό δημιούργησε υποθέσεις ότι η λίμνη
με κάποιο τρόπο επικοινωνεί υπόγεια με την Σαντορίνη.
Ο μύθος ότι η λίμνη είναι άπατη διαψεύστηκαν, όταν το 1853 ο
Άγγλος ναύαρχος Σπράτ τη βυθομέτρησε και βρήκε ότι στο κέντρο της έχει βάθος
210 πόδια (64μ.).
Η λίμνη λοιπόν του Αγίου Νικολάου
αναφέρεται επίσης με το όνομα της είναι και «Βουλισμένη», όπως και με το
καθόλου δελεαστικό όνομα «Βρωμολίμνη», που προέρχεται από το μακρινό παρελθόν,
όταν η λίμνη ανέδυε δυσάρεστη οσμή από τα στάσιμα νερά πριν ανοιχτεί το κανάλι
επικοινωνίας με τη θάλασσα το 1867. Τότε κατασκευάστηκε και η μικρή γέφυρα από
τον Πασά Κωστή Αδοσίδη.
Εκ φύσεως ήταν γλυκιά, αλλά το 1867 συνδέθηκε με τη θάλασσα
μ' ένα κανάλι που ανοίχτηκε προς το λιμάνι. Έχει διάμετρο 137 μέτρα και βάθος
64. Οι ντόπιοι αναφέρονται σ' αυτή τη λιμνοθάλασσα λέγοντάς τη απλά «λίμνη».
Χαρακτηριστικό της λίμνης στον Άγιο
Νικόλαο είναι ότι έχει κάθετα τοιχώματα που θυμίζουν κρατήρα ηφαιστείου, γι’
αυτό κάποιοι υποστηρίζουν ότι δημιουργήθηκε από την καθίζηση ηφαιστείου.
Αυτή η θεωρία αν και ακούγεται
πειστική χάνει σταδιακά έδαφος και σήμερα πιστεύεται ότι η λίμνη είναι το
στόμιο εξόδου υπόγειου ποταμού.
Σήμερα η κυκλική λίμνη του Αγίου
Νικολάου, αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης που γύρω της συγκεντρώνονται
πολλά καφέ και εστιατόρια.
Η λίμνη με τα ακίνητα νερά της, τις
πάπιες, τις ψαρόβαρκες και τις κατάφυτες πλαγιές που την περιβάλλουν είναι ένα
σημείο που προσφέρει ηρεμία και όμορφες εικόνες.
Την ομορφότερη θέα προς τη λίμνη θα
την έχετε αν ανέβετε στο μικρό παρκάκι που έχει δημιουργηθεί πάνω από αυτήν
χαρίζοντας μια ξεχωριστή θέα.
Η ατμόσφαιρα δε που επικρατεί το Πάσχα στην περιοχή, με τον
Ιούδα να καίγεται στα νερά της λίμνης, και τη νύχτα να γίνεται μέρα από τα
πολύχρωμα πυροτεχνήματα, είναι κινηματογραφική.
Όπως και να 'χει όμως, η λίμνη Βουλισμένη είναι ένα αληθινό
στολίδι, που ξεχωρίζει την πόλη του Αγίου Νικολάου από τις άλλες κρητικές
πόλεις. Είναι αμαρτία να μην επενδύει η τοπική διοίκηση σ αυτό το μεγαλείο της φύσης.
Με μάγεψε τα χαράματα βλέποντας αντιθέσεις χρωμάτων, το δειλινό
με ένα
πέπλο μύθου και μυστηρίου να σκεπάζει τα αρυτίδωτα νερά της, σε μαγεύει
από την ενέργεια που αναδύει και την ανεπιτήδευτη γοητεία της. Στο σούρουπο η
πόλη καθρεπτίζεται στα νερά της, τα φώτα λαμπυρίζουν ρομαντικά και τα
νυχτολούλουδα ξεχειλίζουν από αρώματα, και η ζωή σου κλείνει το μάτι, σε μία
αμαρτωλή εξωτερίκευσή της. Τα βράδια τα λιγοστά φώτα των κεριών στα τραπέζια,
σε ταξιδεύουν περιμένοντας τις Σειρήνες και το θρόισμα των φύλων πάνω από την
λίμνη, λες και σε μαγεύει το γλυκό τραγούδι τους…
Οι μαντινάδες της Ελευθερίας
Όντε ξανοίγω θάλασσα θυμούμαι τη ζωή
μου
τον Άγιο Νικόλαο, την Κρήτη το νησί
μου.
Ένα κουτάλι φέρετε, τη θάλασσα να
φάω
να τήνε κάμω σώπατο, στον Άγιο να
πάω.
Στον Άγιο Νικόλαο θα πάω για να ζήσω
μέσα σ’ τση λίμνης τα νερά, τσι
θύμησες να σβήσω.
Φουρτουνιασμένη θάλασσα μοιάζει το
κοίταγμα σου
κι εγώ ‘μαι ακυβέρνητο καράβι στα νερά
σου..
Θάλασσα απ' όλα τα νερά και τα
ποτάμια πίνεις
πιες τα δικά
μου δάκρυα πλατύτερη να γίνεις.
Η σκέψη μου θα πάει αλλού και σένα
θα ξεχάσει
άμα τρυπήσει η θάλασσα και το νερό
τζη χάσει.
Τρέχει νερό στον ποταμό και 'γω
κλουθώ στο πλάι
το όνειρο που 'ριξα να δω στη θάλασσα
αν-ε πάει.
Είσαι αέρας, θάλασσα, ήλιος, νερό
και χιόνι
κάτι που φεύγει κι έρχεται, κάτι που
δεν τελειώνει.
Φουρτουνιασμένη θάλασσα ήκαμες την
ζωή μου
κι αναπαμό δεν έχουνε οι
αναστεναγμοί μου.
Να 'ταν η θάλασσα η πλατιά τόση που
να μπορέσει
τα σ' αγαπώ που σου χω πει, μέσα τση
να χωρέσει.
Την ώρα που στη θάλασσα παλεύω μη με
πνίξει
με ανασέρνει η μοίρα μου να με
ξαναβουτήξει.
Άνοιξε τα ματάκια σου να μπω να
κολυμπήσω,
μες στα γαλάζια τους νερά κι ας μην
ξαναγυρίσω.