Τα τελευταία χρόνια οι παπαγάλοι και τα υπόλοιπα εξωτικά πτηνά γίνονται όλο και πιο δημοφιλή ως κατοικίδια με αποτέλεσμα να αυξηθεί και η ζήτηση τους από τα εκτροφεία που εκτρέφουν και πουλάνε τα ανάλογα είδη. Όλοι όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν ένα μωρό παπαγάλο ως κατοικίδιο στην καλύτερη περίπτωση θα στραφούν σε ένα εκτροφείο στο οποίο θα ζητήσουν ή θα τους προταθεί από τον εκτροφέα να προτιμήσουν ένα πουλάκι που έχει ταϊστεί αποκλειστικά από τους ανθρώπους. Η εξήγηση του εκτροφέα σε αυτό πάντα περιλαμβάνει το ότι αυτά τα πουλιά είναι πιο ήμερα, γίνονται καλύτερα κατοικίδια, είναι πιο γρήγορο κι εύκολο να δεθούν μαζί σου, μπορείς να τα πάρεις και να τα ταΐσεις κι εσύ ο ίδιος για να ζήσεις τη χαρά του μεγαλώματος ενός μωρού, είναι σαν παιδάκια, σαν ανθρωπάκια και πολλά άλλα τέτοια.
Έτσι τις περισσότερες φορές τα μωρά μόλις γεννηθούν ή λίγες ημέρες μετά αλλά και στις “χειρότερες” των περιπτώσεων δεν εκκολάπτονται ποτέ από τη φυσική τους μητέρα αλλά από μια κλωσσομηχανή, μαζικής παραγωγής πουλιών, με απώτερο σκοπό οι μητέρες που έδωσαν τα αυγά να ξαναμπούν άμεσα σε φάση ωοτοκίας αφού δεν κλώσησαν καθόλου και να αυξήσουν έτσι την ετήσια “παραγωγή” του εκτροφέα και το τελικό του κέρδος.
Το βασικό ερώτημα που μπαίνει εδώ είναι αν μπορεί ένας ενδιαφερόμενος μελλοντικός ιδιοκτήτης ενός τέτοιου πουλιού να δει καθαρά πίσω από όλα αυτά και πέρα από τον ανθρώπινο εγωισμό, του να φέρει ένα μωρό άλλου είδους κι όχι ανθρώπινο στα μέτρα τα δικά του. Αν μπορεί κάποιος να αναλογιστεί τον αντίκτυπο που θα έχει στη μελλοντική ζωή αυτού του πουλιού που δεν γνώρισε ποτέ τους γονείς του, που δεν έμαθε ότι είναι παπαγάλος κι όχι άνθρωπος και που δεν πήρε σημαντικότατα μαθήματα συμπεριφοράς από τους φυσικούς του γονείς που δεν μπορεί να του δώσει κανείς άλλος.
Τα πουλιά αυτά λοιπόν μεγαλώνουν ζώντας μια ψευδαίσθηση ότι ανήκουν στο ανθρώπινο είδος, δένονται ασφυκτικά πολύ με τους ανθρώπους που θα επιλέξουν για συντρόφους και με την πρώτη αλλαγή ή δυσκολία στο πρόγραμμά του δικού τους ανθρώπου αποκτούν αυτοκαταστροφικές τάσεις. Σταματούν να τρέφονται κανονικά, φωνάζουν υστερικά κι ασταμάτητα χωρίς προφανή λόγο, μαδούν τα φτερά τους, και πολλές φορές φτάνουν στο σημείο του αυτο-ακρωτηριασμού. Μετά από αυτά οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τα βαριούνται, δεν τα αντέχουν άλλο επειδή τους έχουν κάνει την καθημερινότητα μαρτύριο, δέχονται παράπονα από τη γειτονιά και βέβαια αυτός που “πληρώνει και πάλι τη νύφη” είναι το πουλί που κοιτάνε να ξεφορτωθούν το συντομότερο αφού ξαφνικά και οι ίδιοι θυμήθηκαν ότι δεν είναι πάρα ένα πουλί.
Καταλήγουν λοιπόν να βρίσκουν γιατροσόφια με βότανα, βάζουν κολάρο στο λαιμό των πουλιών που δεν άντεξαν την εγκατάλειψη από τον άνθρωπο ταίρι τους ή ακόμη και τους δίνουν ηρεμιστικά για να ξεπεράσουν τα ψυχολογικά τους προβλήματα επειδή νομίζουν ότι είναι άνθρωποι κι όχι πουλιά. Επειδή δεν ανεξαρτητοποιήθηκαν υγιώς μέσω της φυσικής διαδικασίας που ζουν αιώνες πριν τα βάλουμε στα σπίτια μας. Η μέθοδος της ανατροφής νεοσσών που ονομάζεται στα αγγλικά Co-parenting και δεν υπάρχει ακριβής ελληνική μετάφραση του όρου, είναι η πιο κοντινή στη φύση των πουλιών και έχει όλα τα πλεονεκτήματα και για τις δύο πλευρές, και του ανθρώπου που θέλει ένα ήμερο πουλάκι για κατοικίδιο αλλά και του πουλιού που δεν στερείται τους φυσικούς γονείς του, την ασφάλεια της φωλιάς, το να κοιμάται κάτω από τα φτερά των γονιών και να ακούει τις καρδιές τους να το φρουρούν άγρυπνα, το τάισμα στο στόμα από ένα ράμφος κι όχι απλώς από μια άψυχη σύριγγα, τα μαθήματα πως να φέρεται σαν πουλί όπως και το και να χαραχτούν σε αυτό το πολύ πρώιμο αλλά τόσο κρίσιμο στάδιο ένστικτα που θα εκδηλωθούν στο μωρό πουλί όταν έρθει η δική του ώρα να αναπαραχθεί και να μεγαλώσει τα δικά του μωρά.
Τα μωρά που δεν έχουν μεγαλώσει καθόλου με τους γονείς τους τις περισσότερες φορές είναι ανίκανα αναπαραγωγής. Κι αν τελικά καταφέρουν να αποδεχτούν άλλο πουλί ως ταίρι τους χωρίς να αλληλοσκοτωθούν, συνήθως δεν ζευγαρώνουν, ή σπάνε τα αυγά ή δεν τα κλωσούν καθόλου, ακόμη και σκοτώνουν ή εγκαταλείπουν τα μωρά τους αν φτάσουν ως εκεί διότι ποτέ δεν χαράχτηκε στο δικό τους μυαλό το πως γίνονται τα πράγματα στον κόσμο των πουλιών. Η μέθοδος λοιπόν του co-parenting συμπεριλαμβάνει και τον άνθρωπο ως βοηθό/δεύτερο γονιό με δευτερεύοντα δηλαδή ρόλο στον κύριο ρόλο των φυσικών γονιών. Στη διαδικασία αυτή ο άνθρωπος παρατηρεί κι επιβλέπει την εξέλιξη της αναπαραγωγής και παρεμβαίνει παίρνοντας καθημερινά τα μωρά για λίγη ώρα από τη φωλιά, μιλώντας τους και χαϊδεύοντας τα, ακόμη και ταΐζοντας τα συμπληρωματικά.
Παράλληλα σε αυτό το διάστημα και καθώς τα μωρά μεγαλώνουν, τα φέρνουμε σε επαφή με παιχνίδια σε διάφορα μεγέθη, χρώματα και σχήματα για να μην αποκτήσουν φοβίες αργότερα που θα τα αντικρίσουν όπως και με μαλακές τροφές. Πάντα όμως επιστρέφουμε τα μωρά πίσω στη φωλιά και τους γονείς του. Όταν η διαδικασία αυτή γίνεται σε καθημερινή βάση, με ένα τέταρτο-εικοσάλεπτο να είναι αρκετό, τα μωρά μεγαλώνουν απόλυτα εξοικειωμένα με τους ανθρώπους στο ίδιο επίπεδο εξημέρωσης με εκείνα που δεν μεγάλωσαν καθόλου με τους γονείς τους έχοντας όμως το τεράστιο πλεονέκτημα της υγιούς ψυχολογίας και του να γνωρίζουν σε ποιο είδος ανήκουν.
Τα πουλιά αυτά θα δεθούν με τους ανθρώπους που θα τα πάρουν ως κατοικίδια, ποτέ όμως δεν θα έχουν το αρρωστημένο επίπεδο εξάρτησης των αποκλειστικά ταϊσμένων στο χέρι. Τα μωρά μπορούν πλέον να απομακρυνθούν από τους γονείς σε διαφορετικό χρόνο για το κάθε είδος όταν είναι έτοιμα να βγουν από τη φωλιά και να ξεκινήσουν να τρώνε λίγο μόνα τους, όταν ξεκινάει δηλαδή ο φυσικός απογαλακτισμός τους.
Ο απογαλακτισμός τώρα είναι μια ακόμη πολύ σημαντική υπόθεση για το μωρό που έφυγε από το κλουβί των φυσικών γονιών του για να γίνει από τον άνθρωπο. Ο απογαλακτισμός είναι ένα πολύ κρίσιμο στάδιο διότι τότε ξεκινάει το μικρό πουλί να αποκτά αυτοπεποίθηση, εμπιστοσύνη στον εαυτό του ότι μπορεί να τραφεί να πετάξει και να αυτονομηθεί. Όλη αυτή η διαδικασία αν γίνει φυσικά γίνεται με την συνεχή επίβλεψη των γονιών οι οποίοι είναι πάντα δίπλα στο μικρό πουλί για να το ταΐσουν αν αυτό δεν καταφέρει να τραφεί αρκετά και σωστά και να το προστατέψουν για αρκετό διάστημα ενώ θα έχει βγει από τη φωλιά.
Ο απογαλακτισμός λοιπόν όταν γίνεται από τον άνθρωπο δεν γίνεται και δεν πρέπει να σταματάει ποτέ βίαια κι απότομα, όπως δεν θα το έκαναν ποτέ έτσι οι φυσικοί γονείς του πουλιού, θεωρώντας με τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά μας ότι “τόσο φτάνει”. Πρέπει να αφήνεται το περιθώριο στο πουλάκι να αποφασίσει πότε είναι έτοιμο να κόψει κάθε δεσμό ταΐσματος με την τροφό του. Ο απογαλακτισμός όσο περνάει προς το τέλος του χάνει το πρωταρχικό νόημα της σωματικής επιβίωσης και έχει λόγο ψυχολογικής υποστήριξης. Το τάισμα στο στόμα ακόμη και μια φορά την ημέρα όταν το μικρό το ζητήσει του δίνει την ασφάλεια ότι κάποιος το προσέχει αφού ακόμη νιώθει την ανάγκη να έχει την προσοχή μας στραμμένη πάνω του και του τονώνει την αυτοπεποίθηση του, ότι τα καταφέρνει καλά με την πρόοδό και την πορεία του για να ανεξαρτητοποιηθεί.
Τα πουλιά που έχουν μεγαλώσει με αυτόν τον τρόπο είναι σαφώς πιο υγιή στο σύνολο τους, πέρα των αντισωμάτων που πήραν από τους γονείς μεγάλωσαν με ψυχική υγεία και ισορροπία και είναι πολύ δύσκολο έως απίθανο να αρχίσουν να αυτοκαταστρέφονται επειδή ο άνθρωπός τους ξεκίνησε να δουλεύει 2 ώρες παραπάνω καθημερινά ή έφυγε για διακοπές. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει αν θυμηθεί τα χρόνια της παράνομης εισαγωγής και κακοποίησης των άγριων παπαγάλων (οι οποίοι ήταν μεγαλωμένοι από τους φυσικούς γονείς τους) ό,τι παρ’ όλη τη σκλαβιά και την κακουχία δεν έφτασαν ποτέ στο σημείο να καταστρέψουν τον εαυτό τους, μαδώντας και ακρωτηριάζοντας τον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου