περίοδος νηστείας για την ορθόδοξη εκκλησία. Από την καθιέρωσή
της, περί τον 4ο αιώνα μ.Χ., προβλέπεται κατά τα μοναχικά πρότυπα
ξηροφαγία με τους πιστούς να τρώνε μόνο μια φορά την ημέρα κι αυτή μετά τις 3
το μεσημέρι.
«Μέσα στην περίοδο της Τεσσαρακοστής η νηστεία
καταλύεται, διαφοροποιείται δηλαδή, τρεις φορές, δίνοντας μια ευκαιρία στους
πιστούς για ενδυνάμωση μιας και η νηστεία αυτή είναι η πιο αυστηρή, αφού δεν
επιτρέπεται ούτε το λάδι».
Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις γίνεται σήμερα, ανήμερα της εορτής του
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως έχει καθιερωθεί η 25η Μαρτίου. Πρόκειται
για μια χαρμόσυνη εορτή μέσα στην περίοδο του πένθους της Σαρακοστής, «επειδή
είναι θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στην Παναγία και ως εκ τούτου ιδιαίτερα
σημαντική για τα μοναχικά τυπικά, καταλύονται το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος».
Μια εξαίρεση που φαίνεται πως γενικεύθηκε, αν και σε ορισμένα κέντρα του
χριστιανισμού προϋπήρχε μετά την καθιέρωσή της το 692 μ.Χ..
Παραδοσιακό έδεσμα της ημέρας του Ευαγγελισμού, η
οποία έχει πια διττή σημασία για τον Ελληνισμό, καθώς συμπίπτει από το 1838 με
τον εορτασμό της Επανάστασης του 1821, είναι ο μπακαλιάρος και μάλιστα συνοδεία
της γνωστής σκορδαλιάς.
Η εξήγηση για την γευστική αυτή συνήθεια είναι αρκετά
απλή κι έχει να κάνει κυρίως με την αδυναμία των κατοίκων της ενδοχώρας να
προμηθεύονται άμεσα και οικονομικά φρέσκο ψάρι. Παρά το ότι ο μπακαλιάρος δεν
είναι ένα «ελληνικό» ψάρι, καθώς απαντάται κυρίως στις ακτές του
βορειοανατολικού Ατλαντικού, το γεγονός ότι γίνεται παστός τον καθιστά ένα
τρόφιμο φθηνό κι εύκολο στη συντήρηση.
Ο μπακαλιάρος έφτασε στο ελληνικό τραπέζι περί τον
15ο αιώνα και καθιερώθηκε άμεσα ως το εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου,
καθώς με εξαίρεση τα νησιά μας, το φρέσκο ψάρι αποτελούσε πολυτέλεια για τους
φτωχούς κατοίκους της ηπειρωτικής Ελλάδας. Έτσι, ο παστός μπακαλιάρος, που δεν
χρειαζόταν ιδιαίτερη συντήρηση, αποτέλεσε την εύκολη και φθηνή συνάμα λύση,
έθιμο που κρατά μέχρι τις μέρες μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου